Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2001

Αερομεταφορές και αεροδρόμια - τρία χρόνια μετά

Τρία χρόνια μετά την ιδιαίτερα επιτυχημένη πρωτοβουλία του Συλλόγου Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων για τη διεξαγωγή του πρώτου Διεθνούς Συνεδρίου Αερομεταφορών και Αεροδρομίων, ξαναδίδεται η ευκαιρία για συζήτηση σε καθαρά επιστημονική βάση των επίκαιρων θεμάτων των αερομεταφορών και των αεροδρομίων στο δεύτερο Διεθνές Συνέδριο Αερομεταφορών και Αεροδρομίων που πραγματοποιήθηκε στην Πάτρα τον Δεκέμβριο του 2001. Αυτή τη φορά, η πρωτοβουλία ήταν του Πανεπιστημίου Πατρών σε συνεργασία με τον Σύλλογο Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων και βέβαια και αυτή τη φορά με την έμπρακτη υποστήριξη τόσο του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών όσο και της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, του Υπουργείου Πολιτισμού, του ΕΟΤ και του ΤΕΕ.

Τρία χρόνια μετά, αποδεικνύεται ότι εξακολουθεί να είναι απαραίτητη η εξέταση των θεμάτων των αερομεταφορών και των αεροδρομίων με καθαρά επιστημονικά κριτήρια, αφού όπου αυτά εφαρμόστηκαν, τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά, ενώ όπου πρυτάνευσε η βιασύνη και η εμπειροτεχνική προσέγγιση, τα προβλήματα παρέμειναν και οξύνθηκαν. Οι Έλληνες Συγκοινωνιολόγοι καταβάλλουν καθημερινά κάθε προσπάθεια για να υιοθετείται όλο και περισσότερο τεκμηριωμένη και επιστημονική προσέγγιση και είναι ευτυχείς κάθε φορά που εφαρμόζονται με επιτυχία οι τεκμηριωμένες προτάσεις τους.

Τρία χρόνια μετά, οι αερομεταφορές εξακολουθούν να αποτελούν τομέα όπου σαφώς η εξυπηρέτηση του πολίτη είναι σημαντικά υψηλότερη από την αντίστοιχη εξυπηρέτηση σε όλα τα άλλα μέσα μεταφορών και ιδιαίτερα στα ανταγωνιστικά μέσα των σιδηροδρομικών, οδικών και ακτοπλοϊκών συνδέσεων της χώρας. Η υπεροχή των αερομεταφορών έναντι των άλλων μέσων μεταφοράς στην Ελλάδα και διεθνώς διατηρείται επί δεκαετίες και ο τρόπος λειτουργίας των αεροδρομίων και των αερομεταφορών πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για τον τρόπο ανάπτυξης και των άλλων μέσων μεταφοράς, με γνώμονα την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και την φιλικότητα προς το περιβάλλον.

Τρία χρόνια μετά, είναι κοινά αποδεκτό ότι η υποδομή των αεροδρομίων της Ελλάδας έχει βελτιωθεί σημαντικά. Αρκετά εργοτάξια του 1998 έχουν μεταμορφωθεί σήμερα σε σύγχρονα αεροδρόμια, εφάμιλλα αρκετών Ευρωπαϊκών πόλεων, ενώ η αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός σχεδόν όλων των αεροδρομίων της χώρας συνεχίζεται με έντονο ρυθμό. Ο νέος Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών, Ελευθέριος Βενιζέλος, μπορεί να υστερεί σε αρχιτεκτονική αισθητική και να του λείπει εμφανώς η σιδηροδρομική σύνδεση, αποτελεί όμως σίγουρα σημείο αναφοράς για μια νέα Ελλάδα, στην οποία είναι πράγματι δυνατόν και τα έργα να ολοκληρώνονται εντός του χρονοδιαγράμματος και η εξυπηρέτηση του πολίτη να βρίσκεται στο επίκεντρο.

Τρία χρόνια μετά, ο σχεδιασμός της υποδομής των αεροδρομίων εξακολουθεί να είναι αποκεντρωμένος αλλά και αποσπασματικός με αποτέλεσμα εάν κανείς σήμερα προσθέσει τις προβλέψεις αεροπορικής κίνησης όλων των αεροδρομίων της χώρας να οδηγείται σε τριπλάσια μεγέθη από εκείνα που προβλέπονται συνολικά για την Ελλάδα. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αφενός δεν υπάρχει ενιαία μεθοδολογία προβλέψεων της αεροπορικής κίνησης και κάθε μελετητής και αεροδρόμιο επιλέγει τη δική του μεθοδολογία και αφετέρου δεν έχει εκπονηθεί συνολική μελέτη ανάπτυξης του δικτύου των ελληνικών αεροδρομίων ώστε να δίδονται οι βασικές κατευθύνσεις για το ρυθμό ανάπτυξης κάθε αεροδρομίου.

Τρία χρόνια μετά, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει αναλογικά το πιο εκτεταμένο δίκτυο αεροδρομίων από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και να εξυπηρετεί την ταχεία σύνδεση με την Αθήνα ακόμη και των πιο απομακρυσμένων νησιωτικών περιοχών. Βέβαια, η κοινωνική αυτή πολιτική ενίσχυσης της περιφέρειας και του τουρισμού έχει ως αποτέλεσμα τη διόγκωση των οικονομικών προβλημάτων του εθνικού αερομεταφορέα, ο οποίος δυσκολεύεται να ανταποκριθεί μέσα στο έντονο περιβάλλον ανταγωνισμού των αερομεταφορών στην Ελλάδα και διεθνώς. Κατά συνέπεια, είναι καιρός πλέον να πραγματοποιηθεί ο μετασχηματισμός της Ολυμπιακής Αεροπορίας και να βρει αυτή τη θέση που της ταιριάζει μέσα στο ελληνικό, το ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο δίκτυο μεταφορών.

Τρία χρόνια μετά, εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα επίκαιρο το ζήτημα της ενοποίησης των αρμοδιοτήτων κατασκευής και λειτουργίας της υποδομής των αερομεταφορών. Μόνο όταν τα θέματα λειτουργίας των αεροδρομίων λαμβάνονται υπόψη από τη φάση της κατασκευής είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί με επιτυχία η συνθετότητα της λειτουργίας τους και η εξυπηρέτηση του πολίτη. Όπως και στα υπόλοιπα μέσα μεταφοράς, η ενοποίηση του Υπουργείου Μεταφορών με το Υπουργείο Δημοσίων Έργων, όπως δηλαδή συμβαίνει στα περισσότερα Ευρωπαϊκά κράτη, αποτελεί τη μόνη λύση για τη σωστή αξιοποίηση των σημαντικών κονδυλίων, που επενδύονται στην υποδομή των μεταφορών, διαφορετικά όταν άλλη υπηρεσία κατασκευάζει, άλλη υπηρεσία βάζει τους κανόνες λειτουργίας και άλλη υπηρεσία επωμίζεται τη λειτουργία, το αποτέλεσμα είναι να κατασκευάζονται έργα που δεν καταφέρνουν να ικανοποιήσουν όπως θα έπρεπε τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών.

Τρία χρόνια μετά, τόσο ο ευρωπαϊκός όσο και ο ελληνικός ουρανός είναι διαφορετικοί αφού η ισχυροποίηση των ιδιωτικών και των μεγάλων αερομεταφορέων έχουν δημιουργήσει ένα νέο περιβάλλον ανταγωνισμού. Η ασφάλεια, η αξιοπιστία, η προστασία του περιβάλλοντος και οι συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού απαιτούν τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, στην προοδευτική υλοποίηση του οποίου οφείλει να συμμετάσχει ενεργά και η Ελλάδα. Είναι απαραίτητο όσο ποτέ η ελληνική Πολιτεία να καταστρώσει έγκαιρα ορθολογική και ενιαία στρατηγική ανάπτυξης των αερομεταφορών και του τουρισμού έτσι ώστε να αξιοποιήσει στο μέγιστο τις ευκαιρίες και να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους που προκύπτουν από τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό.

Τρία χρόνια μετά, το πρώτο Διεθνές Συνέδριο Αερομεταφορών και Αεροδρομίων, στην Ελλάδα του 2001, όπου όλοι ενώνουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν την πρόκληση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, οι αερομεταφορές αποτελούν σημείο κλειδί τόσο στην προετοιμασία των Αγώνων όσο και στην αξιοποίηση της μοναδικής ευκαιρίας που δίδεται στη χώρα. Βασική προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων αυτών αποτελεί η ανάπτυξη ολοκληρωμένου σχεδιασμού ανάπτυξης των αεροδρομίων και των αερομεταφορών στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας την κυρίαρχη προσέγγιση της εξυπηρέτησης των υπηρεσιών της Πολιτείας και των μεταφορικών συστημάτων και υιοθετώντας την προσέγγιση της εξυπηρέτησης των πολιτών που θα χρησιμοποιήσουν τα μεταφορικά συστήματα. Οι Έλληνες Συγκοινωνιολόγοι θα συνεχίσουν με όλες τους τις δυνάμεις να συνεισφέρουν προς στην κατεύθυνση αυτή, έτσι ώστε όχι μόνο να πετύχουμε την επιτυχημένη διοργάνωση των Αγώνων αλλά και να μεγιστοποιήσουμε την κληρονομιά συγκοινωνιακής υποδομής και λειτουργίας για τις επόμενες δεκαετίες.
Διαβάστε περισσότερα...